fbpx
maties

Το κόντυμα

Η Ματιά της Ελένης
Αρθρο της Ελένης Αυλωνίτου στην ΑΥΓΗ, 1 Ιουνίου 2008

 

Το κόντυμα

Μιά φορά και ένα καιρό ήταν ένας διαιτητάκος σε κάποιο άθλημα, που είχε πολύ μεγάλες φιλοδοξίες. Αγαπούσε πολύ το άθλημα στο οποίο ήταν διαιτητής και ήθελε κάποτε να εξελιχθεί σε παράγοντα, αλλά πολλά και διάφορα πράγματα δεν ευνοούσαν αυτά του τα σχέδια. Κάποια στιγμή όμως έγινε μία μεγάλη αλλαγή, που ανάμεσα στα άλλα ήθελε να αλλάξει και τα φώτα στους προϊστάμενους του διαιτητάκου. Τι να κάνουν όμως που δεν είχαν πολύ κόσμο δικό τους εκεί μέσα; Ποιόν να βάλουν να κουμαντάρει το άθλημα; Αναγκάστηκαν να ξύσουν και τον πάτο του βαρελιού που λένε, οπότε πήραν τον διαιτητάκο και τον έκαναν πρόεδρο.

Τώρα ο κ. πρόεδρος ήταν άνθρωπος κάπως κυκλοθυμικός και ιδιόρρυθμος, αγαπούσε όμως το άθλημα και ήταν δουλευταράς. Με τα χρόνια κατάφερε να κάνει κάτι εξαιρετικά πρωτότυπο, να μαθεί δηλαδή σιγά σιγά όσα δεν ήξερε, οπότε μετά από τρία τέρμινα εξελίχτηκε σε ένα πολύ καλό πρόεδρο. Διατήρησε όμως την ιδιορρυθμία του. Ενα χαρακτηριστικό που στον κύκλο των σχετικών προέδρων εθεωρείτο το άκρον άωτον της ιδιορρυθμίας ήταν ότι ο φίλος μας ήταν μανιώδης εχθρός του ντόπινγκ. Μπορεί άλλοι να έπαιζαν με κάθε λογής ουσίες, μπορεί να μάζευαν με τη σέσσουλα μετάλλια, αυτός όμως το είχε τιμή και καμάρι του ότι στο δικό του άθλημα οι πάντες θα ήσαν καθαροί. Δεν το έλεγε, δεν το ζήταγε, το επέβαλλε! Θα έκοβε τα πόδια σε όποιον έδινε ή χρησιμοποιούσε οτιδήποτε απαγορευμένο έλεγε, και όλοι τον πίστευαν. Ηταν που ήταν αυταρχικός, ήταν και απόλυτα αποφασισμένος να κρατήσει το άθλημά του καθαρό και το κρατούσε. Δεν ήταν και μικρό το άθλημά του, είχε πολλά παιδάκια που αθλούνταν, χιλιάδες. Εβγαιναν φυσικά και ταλέντα από τις χιλιάδες και πέρναγαν στον υψηλό αθλητισμό. Προχωρούσαν ως ένα σημείο στους διεθνείς αγώνες και μετά κόλλαγαν οι επιδόσεις τους. Το κλίμα που υπήρχε τότε εκεί μέσα δεν τους επέτρεπε εύκολα να πάρουν το “κατιτίς” που θα τους ανέβαζε στα διεθνή βάθρα…

Καθώς με τα χρόνια οι άλλοι έκαναν μασούρι τα διεθνή μετάλλια ενώ ο ίδιος απλά μέτραγε τους καθαρούς αθλητές του σε χιλιάδες, άρχισαν οι άλλοι πρόεδροι να τον κοροϊδεύουν κιόλας κατάμουτρα γιά τα “χάλια” της ομοσπονδίας του. Αυτός όμως βράχος! Μέχρι που κάποια στιγμή βρέθηκαν όλοι μαζί σε κάποια μεγάλη αθλητοπανήγυρη στους αντίποδες και ήρθε ο κόσμος ανάποδα – δεν άντεξε άλλο ο άνθρωπος το δούλεμα. Εβλεπε ότι τους άλλους δεν τους έπιαναν, έβλεπε τους συναδέλφους του προέδρους να κοκορεύονται γιά τα επιτεύγματα των αθλητών τους, έβλεπε να τον κοροϊδεύουν από πάνω, οπότε έσπασε. Το κλίμα απαγόρευσης που είχε γιά χρόνια επιβάλλει στο άθλημα το άφησε να εξατμισθεί. Σταμάτησε να κόβει από τη ρίζα κάθε ζιζάνιο που έσκαγε μύτη στον κήπο του και άφησε όλα τα λουλούδια να ανθίσουν. Ανθησαν πράγματι. Σε λίγους μήνες μίλαγαν όλοι γιά την «άνοιξη» του συγκεκριμένου αθλήματος, πριν κλείσει χρόνος είχε και τα πρώτα κρούσματα ντόπινγκ. Με υπομονή και επιμονή όμως προχώρησε το άθλημα στον καινούργιο δρόμο, μάζευε νίκες, μετάλλια, ρεκόρ. Εγινε σαν τους άλλους, έγινε καλύτερος από τους άλλους, έγινε χειρότερος από τους άλλους. Κράτησε κάτι από το παρελθόν, την ικανότητα να αγανακτεί όταν τον κατηγορούν γιά τέτοια πράγματα. Παλιά όμως η αγανάκτησή του ήταν γνήσια.

Το θλιβερό στο παραμύθι αυτό είναι πως είναι αληθινό. Είναι αλήθεια ότι ένας πρόεδρος ομοσπονδίας που κάποτε θέλησε να κρατήσει καθαρό το άθλημα του το κράτησε, ας γινόταν γύρω του χαμός. Είναι επίσης αλήθεια ότι ο ίδιος που μπορούσε να επιβάλλεται στους άλλους δεν μπόρεσε να επιβληθεί τελικά στη ματαιοδοξία του. Τελικά αν δεν αποφασίσεις να κοντύνεις από μόνος σου, δεν μπορεί να σε κοντύνει κανείς.