Κίνητρα και αντικίνητρα
Η Ματιά της Ελένης
Αρθρο της Ελένης Αυλωνίτου στην ΑΥΓΗ, 7 Μαΐου 2006
Κίνητρα και αντικίνητρα
Στην Ελλάδα αγαπάμε υπέρμετρα τις αθλητικές διακρίσεις και το αθλητικό θέαμα, δεν αγαπάμε όμως και τόσο τον αθλητισμό ως δραστηριότητα. Οσοι Ελληνες πάλι αγαπάνε περισσότερο την αθλητική δραστηριότητα, προτιμούν τις αθλοπαιδιές, ενώ από τις αθλοπαιδιές προτιμούν κατά πολύ το ποδόσφαιρο. Ελα όμως που οι αγαπητότατες αθλητικές διακρίσεις προϋποθέτουν την έντονη αθλητική δραστηριότητα ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού σε μία ποικιλία αθλημάτων, από όπου θα βγούν οι λίγοι κορυφαίοι αθλητές. Αποτελεί κοινό τόπο η διαπίστωση ότι η βάση του αθλητισμού μιάς χώρας βρίσκεται στο σχολείο, οπότε όποιος θέλει να έχει καλή αθλητική βιτρίνα ξέρει πως θα πρέπει να ξεκινήσει από εκεί. Συνήθως αυτό προϋποθέτει καλές σχολικές αθλητικές εγκαταστάσεις, καλή οργάνωση του μαθήματος της γυμναστικής και ειδική ώθηση στους ταλαντούχους αθλητικά μαθητές να συνεχίσουν τον αθλητισμό σε κάποιον σύλλογο. Ολα αυτά χρειάζονται γιατί ο αθλητισμός υψηλού επιπέδου είναι δύσκολο πράγμα, οπότε δεν αποκλείεται ένα παιδί με ταλέντο να απογοητευτεί και να τα εγκαταλείψει πριν φτάσει στο όριο των δυνατοτήτων του. Παράλληλα όμως όλα αυτά τα καλά πράγματα στοιχίζουν αρκετά λεφτά.
Στο μεταξύ ο έστω και πολύ καλός μαθητής – αθλητής θα πρέπει να σκέφτεται και το επαγγελματικό του μέλλον, αφού οι περισσότεροι ταλαντούχοι αθλητικά μαθητές δεν πρόκειται να καταφέρουν να εξασφαλιστούν επαγγελματικά από τον αθλητισμό μονάχα. Ετσι πολύ πριν συγκινηθεί γιά το ζήτημα οποιαδήποτε Ελληνική κυβέρνηση, σε πολλές αθλητικά αναπτυγμένες χώρες ήταν συνήθης πρακτική η εξαγορά της συμμετοχής των αθλητικά ταλαντούχων μαθητών στον αθλητισμό, με αντάλλαγμα μία καλή αθλητική υποτροφία (στην Αμερική) ή με μία εξασφαλισμένη μετα-αθλητική σταδιοδρομία υψηλού επιπέδου (στη Σοβιετική Ενωση). Στην Ελλάδα ο θεσμός της εξαγοράς της αθλητικής συμμετοχής ταλαντούχων νέων ήρθε αρκετά αργά, αλλά στην ουσία και στα Ελληνικά εκπαιδευτικά δεδομένα, η μοριοδότηση γιά την εισαγωγή στα ΑΕΙ δεν είναι τίποτα το διαφορετικό.
Σκεφτείτε λίγο το θέμα από τη μεριά ενός 14 χρονου μαθητή και της οικογένειάς του. Στο παιδί αρέσει το ποδόσφαιρο, αλλά είναι αρκετά καλός και στο άλμα εις μήκος. Δεν είναι ούτε ο επόμενος Μαραντόνα, ούτε ο επόμενος Αϊνστάϊν, και πιθανώς δεν είναι ούτε ο επόμενος Κουκοδήμος. Είναι όμως πολύ καλύτερος αθλητής από τα περισσότερα παιδιά του σχολείου του, ίσως και του νομού του. Μπορεί να πέσει με τα μούτρα στο ποδόσφαιρο, προσδοκώντας επαγγελματική καριέρα, αλλά ο ανταγωνισμός είναι σκληρός γιά τις επαγγελματικές κατηγορίες. Μπορεί να πέσει με τα μούτρα στο διάβασμα, αλλά και εκεί γιά τις περιζήτητες σχολές ο ανταγωνισμός είναι δύσκολος. Στο σημείο αυτό έρχεται η πολιτεία και του λέει, «Μήτσο, πέσε με τα μούτρα στο μήκος. Μία τρίτη θέση στους πανελλήνιους σχολικούς να μου φέρεις και κάτι να μου γράψεις, μπήκες πολυτεχνείο! Ασε που με λίγη τύχη και αρκετή δουλειά, μπορεί να γίνεις ακόμα και Ολυμπιονίκης, οπότε καθάρισες.» Τουλάχιστον οι μισοί Μήτσοι σε αυτή τη χώρα που ασχολούνται με το άλμα εις μήκος το κάνουν ακριβώς γιά αυτόν τον λόγο.
Είναι κακό το σύστημα αυτό; Από μερικές πλευρές είναι ως και πολύ καλό, έχει δημιουργήσει όμως μία πολύ σοβαρή παρενέργεια: το μαθητικό ντόπινγκ. Αμα δώσεις στον Μήτσο αρκετά κίνητρα γιά εκείνη την έρημη τρίτη θέση, τότε πράγματι θα κάνει άλματα γιά να την πετύχει. Στον κλασσικό πειρασμό του κορυφαίου αθλητή, «τι είναι λίγο αναβολικό μπροστά στο χρυσό», έχεις προσθέσει έναν αντίστοιχο πειρασμό σε χιλιάδες μαθητές, «τι είναι λίγο αναβολικό μπροστά στο πολυτεχνείο».