Προπονητικά παράδοξα
Η Ματιά της Ελένης
Αρθρο της Ελένης Αυλωνίτου στην ΑΥΓΗ, 9 Οκτωβρίου 2005
Προπονητικά παράδοξα
Είχα επισημάνει την προηγούμενη βδομάδα πόσο σπάνια οι κορυφαίοι πρωταθλητές ατομικών αγωνισμάτων γίνονται αργότερα και κορυφαίοι προπονητές. Λογικά θα περίμενε κανείς το αντίθετο, αφού ο κορυφαίος πρωταθλητής έχει αποδεδειγμένα κατακτήσει την κορυφή όχι μόνο στα σωματικά προσόντα που απαιτεί το άθλημά του, αλλά και στην τεχνική γνώση του αθλήματός του σε βάθος και με κάθε λεπτομέρεια. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας ότι οι περισσότεροι πρωταθλητές αποφοιτούν από σχολές φυσικής αγωγής, αποκτώντας έτσι και το αναγκαίο επιστημονικό υπόβαθρο, θα περίμενε κανείς να τους έρχεται απόλυτα φυσιολογικός ο ρόλος του προπονητή μετά το τέλος της αγωνιστικής τους δράσης.
Ελα όμως που αυτά που επιτάσσει η κοινή λογική δεν τα επιτρέπει – με ελάχιστες εξαιρέσεις – η ανθρώπινη ψυχολογία! Οι πρωταθλητές έχουν δύο συγκεκριμένα ψυχολογικά εμπόδια που τους εμποδίζουν να φτάσουν στην κορυφή ως προπονητές. Το πρώτο εμπόδιο είναι το υπερτροφικό Εγώ του πρωταθλητή, που έχει μάθει να ασχολείται μόνο με τον εαυτό του, συνεργαζόμενος με έναν προπονητή που επίσης ασχολείται μόνο με τις ανάγκες του αθλητή του. Μετά από πολλά χρόνια στο απόλυτο επίκεντρο του μικρόκοσμού του, ο τέως πρωταθλητής που θα θελήσει να γίνει προπονητής καλείται να δεχτεί την απόλυτη και πλήρη αντιστροφή των ρόλων, αφού τώρα θα πρέπει να δουλέψει γιά να φέρει κάποιον άλλο στο επίκεντρο, επισκιάζοντας τον εαυτό του. Το πρόβλημα δεν είναι απαραίτητα θέμα ζήλειας – αν και αυτό ακόμα μπορεί να συμβεί – αλλά είναι περιέργως θέμα δυσχέρειας αυτοσυγκέτρωσης του πρωταθλητή – προπονητή σε κάτι έξω από τον εαυτό του!
Το δεύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο πρώην πρωταθλητής σε ρόλο προπονητή, ιδιαίτερα στα αγωνίσματα αντοχής, είναι η δυσχέρεια που έχει στο να υποβάλλει τον αθλητή του στην απαραίτητη σωματική πίεση που απαιτεί η πολύ υψηλή προπόνηση. Ολοι έχουν ακουστά τη φράση “επίπονη προπόνηση”, ελάχιστοι όμως άνθρωποι καταλαβαίνουν τι κρύβουν αυτές οι δύο λεξούλες. “Επίπονη προπόνηση” είναι όταν μετά από αρκετή ώρα προπόνησης έχεις φτάσει να κολυμπάς στην πισίνα και να νοιώθεις τόση κούραση στα χέρια που δεν μπορείς πιά να τα σηκώσεις έξω από το νερό, και ο προπονητής σου να φτάνει να σου πετάει παντόφλα στο κεφάλι γιά να συνεχίσεις να κολυμπάς. Ακούγεται υπερβολικό, αλλά η απλή αλήθεια είναι ότι εκείνη τη στιγμή κτίζεις τον μύ που θα σου δώσει τον καλύτερο χρόνο, το μετάλλιο, το πρωτάθλημα. Ο πρωταθλητής έχει μάθει όχι μόνο να δέχεται αυτήν την επίπονη προπόνηση, αλλά και να την επιζητεί γιά τον εαυτό του. Ξέρει όμως τι κόπο περιλαμβάνει και δυσκολεύεται αφάνταστα να την επιβάλλει σε άλλον!
Αυτοί οι δύο ψυχολογικοί παράγοντες δουλεύουν εντελώς αντίστροφα στον προπονητή που έχει υπάρξει μέτριος αθλητής. Ο άνθρωπος που δεν βρέθηκε ποτέ ο ίδιος σαν αθλητής στο επίκεντρο, επιδιώκει να πετύχει το ανάλογο αποτέλεσμα μέσω του αθλητή του. Ετσι το Εγώ του τον ωθεί να επικεντρωθεί απόλυτα στον αθλητή του. Οσο γιά την επίπονη προπόνηση, ο ίδιος την γνώρισε στο δικό του σώμα σε πολύ μικρότερο βαθμό. Ξέρει όμως πολύ καλά τη σημασία της και δεν θα διστάσει να πιέσει τον αθλητή του όσο χρειάζεται. Ενας κορυφαίος αθλητής ατομικού αγωνίσματος όμως θα έπρεπε να είναι ταυτόχρονα πολύ σεμνός και πολύ σκληρός γιά να μπορέσει να διαπρέψει σαν προπονητής, και αυτός ο συνδυασμός ιδιοτήτων είναι πράγματι τόσο σπάνιος όσο ακούγεται.