fbpx
maties

Προϊστορία

Η Ματιά της Ελένης
Αρθρο της Ελένης Αυλωνίτου στην ΑΥΓΗ, 1 Ιανουαρίου 2005

 

Προϊστορία

Ολες οι αθλητικές ομοσπονδίες της χώρας θεωρούν το ανεξέλεγκτο ντόπιγκ ως τη μεγαλύτερη μάστιγα του Ελληνικού αθλητισμού. Εχοντας καεί στο παρελθόν από τους ελέγχους σε διεθνείς αγώνες, έχουν πειστεί απόλυτα ότι το ελεγχόμενο ντόπινγκ είναι ο μοναδικός τρόπος να δουν χαΐρι.

Το ντόπινγκ άρχισε να μπαίνει στον Ελληνικό αθλητισμό στα τέλη της δεκαετίας του ’60, με ιδιωτική πρωτοβουλία μερικών αθλητών του στίβου. Δεν πολυήξεραν οι άνθρωποι τι έκαναν, δεν πολυήξεραν πως να το κάνουν, βρήκαν όμως κάποια χαπάκια και τα κατέβαζαν με τη σέσσουλα. Διαπίστωσαν μία σημαντική αύξηση κάποιων επιδόσεων, οπότε μερικοί αθλητές μπήκαν στη διαδικασία της ανεξέλεγκτης αύξησης της δοσολογίας γιά να γίνουν άπιαστοι. Αν δείτε τα ρεκόρ εκείνης της εποχής και αναζητήσετε την κατοπινή τύχη των αθλητών που τα έκαναν, θα βρείτε ότι πολλοί κατέληξαν στον τάφο στη δεκαετία του ’70. Κάποιοι άλλοι από τους πρωτοπόρους του ντόπινγκ εκείνης της εποχής, που έμειναν στις “συνιστώμενες” δόσεις, βρίσκονται ακόμη στη ζωή. Ενας μάλιστα είναι σήμερα πρόεδρος μεγάλης αθλητικής ομοσπονδίας.  

Στη δεκαετία του ’70 το ντόπινγκ στην Ελλάδα έμεινε σε αυτό το ερασιτεχνικό-αλμπάνικο κλίμα, με εισαγωγή τεχνογνωσίας από ανατολικές χώρες, κυρίως από τη Βουλγαρία. Ενώ όμως οι ανατολικοί δούλευαν συστηματικά με επιστημονικό υπόβαθρο, οι δικοί μας έπαιρναν απλά τη γύρα των Βουλγάρικων αθλητικών κύκλων ψάχνοντας “κάτι καλό”.

Σύντομα τις πρωτοβουλίες στο ντόπινγκ ανέλαβαν κάποιοι προπονητές, οπότε το φαινόμενο άρχισε να διαδίδεται πέρα από τον αρχικό κύκλο των “πρωτοπόρων”. Με προπονητές επικεφαλής, ο πειρασμός του ντόπινγκ άρχισε να παρουσιάζεται σε όλους πιά τους αθλητές, που κάποια στιγμή καλούνταν να διαλέξουν: να κάνουν το επόμενο αναγκαίο βήμα στην αθλητική τους καριέρα ή να σταματήσουν τον πρωταθλητισμό; Την ίδια εποχή το ντόπινγκ βγήκε από τα στενά όρια του στίβου και άρχισε να απλώνεται σε όλα τα αθλήματα – στην κολύμβηση γιά παράδειγμα έφτασε περί το 1979.

Η ανάπτυξη αυτή σε πλάτος πάντως δεν σήμαινε ούτε την αντίστοιχη ανάπτυξη σε βάθος, ούτε την αυτόματη δημιουργία μιάς πραγματικής κουλτούρας ντόπινγκ στον Ελληνικό αθλητισμό. Θυμάμαι την περίπτωση μίας καλής αθλήτριας στις αρχές της δεκαετίας του ’80, που αφού εξάντλησε περίπου τις δυνατότητες βελτίωσης των επιδόσεών της με τη σκληρή προπόνηση, πείστηκε από τον προπονητή της να ξεκινήσει τα αναβολικά. Σε μερικούς μήνες βρέθηκε να σπάει όλα τα ρεκόρ και να προετοιμάζεται γιά μία λαμπρή Ολυμπιακή παρουσία στους αγώνες του Λος Αντζελες. Ελα όμως που άρχισε να βραχνιάζει επικίνδυνα η φωνή της! Αντιμέτωπη με τα πρώτα σημάδια των συνεπειών του ντόπινγκ, η αθλήτρια παράτησε ξαφνικά τον προπονητή, τα αναβολικά, την Ολυμπιακή συμμετοχή και τον αθλητισμό. Οι προτεραιότητές της ήσαν άλλες. Η συγκεκριμένη αθλήτρια είχε ξεκινήσει τον αθλητισμό την εποχή που το άθλημά της ήταν πεντακάθαρο. Δεν μπορούσε να δει τον αθλητισμό σαν ένα παμφάγο τέρας στο οποίο θα έπρεπε να θυσιαστεί η ίδια. Κατοπινοί αθλητές, που μπήκαν από την αρχή σε έναν αθλητισμό ποτισμένο με την πεποίθηση ότι τα αναβολικά αποτελούσαν απλά το ανώτερο στάδιο του πρωταθλητισμού, δεν θα είχαν ούτε τις ίδιες προτεραιότητες, ούτε την ίδια αντίδραση. Στο σημερινό αθλητικό τοπίο της χώρας τέτοιες αντιδράσεις θεωρούνται ακατανόητες. Πάντως η κοπέλλα γλίτωσε αφού παράτησε νωρίς τα αναβολικά – ως και η φωνή της ξαναγύρισε στο φυσιολογικό μετά από μερικούς μήνες.