Που πάμε μετά τους Ολυμπιακούς;
Που πάμε μετά τους Ολυμπιακούς;
Αρθρο της Ελένης Αυλωνίτου στην Εφημερίδα “ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ”, 24 Απριλίου 2005
Τα τελευταία χρόνια ο Ελληνικός αθλητισμός είχε συντονίσει απόλυτα τις προσπάθειές του στην εκπλήρωση ενός και μοναδικού στόχου, της καλής αθλητικής παρουσίας στους Ολυμπιακούς αγώνες της Αθήνας. Επρεπε η δυναμική πορεία ανόδου που ξεκίνησε το 1992 στη Βαρκελώνη και που έδινε σε κάθε διαδοχοκή Ολυμπιάδα περισσότερα μετάλλια από την προηγούμενη, να κάνει γιά μία ακόμη φορά ρεκόρ Ελληνικών μεταλλίων, αυτή τη φορά στην Αθήνα. Η προσπάθεια πέτυχε, αν και το Ελληνικό αθλητικό σύστημα άρχισε να εμφανίζει ρωγμές με τις υποθέσεις ντόπινγκ που ήρθαν στο φως.
Διανύουμε ήδη τον έβδομο μεταολυμπιακό μήνα, με το ερασιτεχνικό αθλητικό τοπίο να κυριαρχείται από τις διενέξεις του Υφυπουργού αθλητισμού με τις διοικήσεις των ομοσπονδιών που πρόσκεινται στην αντιπολίτευση γιά διοικητικά και οικονομικά ζητήματα, οπότε εύλογα τίθεται το ερώτημα, που πάει ο Ελληνικός αθλητισμός μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες;
Η συνήθεια οδηγεί όλους τους παράγοντες του Ελληνικού αθλητισμού να κάνουν αυτό που έκαναν πάντα, να κοιτάνε δηλαδή προς τους επόμενους Ολυμπιακούς αγώνες. Ισως πολλοί δεν έχουν καταλάβει ακόμα ότι γιά μία διοργανώτρια χώρα, μετά την Ολυμπιακή διοργάνωση τίποτα δεν μένει ίδιο στον χώρο του αθλητισμού.
Ο αθλητισμός ήταν και θα είναι πάντα υπηρέτης πολλών αφεντάδων, αφού έχει από τη φύση του λειτουργία ψυχαγωγική, παιδαγωγική, δημόσιας υγείας, οικονομικής ανάπτυξης και δημοσίων σχέσεων της χώρας και της εκάστοτε κυβέρνησης. Σε φάσεις καμπής όμως σαν τη σημερινή, έχει σημασία να διερωτηθούμε, τι χρειάζεται πραγματικά ο Ελληνικός αθλητισμός και τι χρειαζόμαστε οι Ελληνες από τον αθλητισμό.
Τρία στοιχεία θα πρέπει να προβληματίσουν ιδιαίτερα όλους τους υπέυθυνους. Η πλούσια χρηματοδότηση των τελευταίων ετών δεν γίνεται να συνεχιστεί, τα Ελληνικά μετάλλια κατ’ αναλογία πληθυσμού μας φέρνουν στη παγκόσμια κορυφή, οπότε δεν υπάρχουν πιά σημαντικά περιθώρια βελτίωσης, ενώ οι υποθέσεις ντόπινγκ που ήρθαν στο φως στην Αθήνα το καλοκαίρι που μας πέρασε δημιουργούν αμφιβολίες γιά τη δυνατότητα να συνεχίσουμε να μαζεύουμε διεθνή μετάλλια σε περιβάλλον αυστηρών ελέγχων ντόπινγκ.
Φαίνεται ότι το δυνατό σπρίντ που ξεκίνησε ο Ελληνικός Αθλητισμός το 1992, όπως όλα τα σπρίντ, φτάνει στο τέλος του. Γιά να μην γυρίσει ο Ελληνικός αθλητισμός στα πέτρινα χρόνια, θα πρέπει να προσαρμόσει τους ρυθμούς του γιά ένα αγώνα αντοχής μεγάλης διάρκειας. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν θα υπάρξει πάλι κύμα μεταγραφών ταλαντούχων αθλητών από τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, πρέπει να το πάρουμε απόφαση ότι από εδώ και πέρα το ντόπινγκ θα δίνει λιγότερα μετάλλια και περισσότερη ξεφτίλα, πρέπει να βάλουμε τον Ελληνικό αθλητισμό σε νέα βάση.
Θα προτείνω πολύ συγκεκριμένα μάλιστα να βάλουμε τον Ελληνικό αθλητισμό πάνω σε μία πλατιά βάση πυραμίδας! Σε όλες τις χώρες που έχουν σημαντική αθλητική παράδοση και τις αντίστοιχες διεθνείς διακρίσεις που τη συνοδεύουν, διακρίνεται η υπάρξη της λεγόμενης “αθλητικής πυραμίδας”. Στη βάση της πυραμίδας υπάρχει ένα μεγάλο πλήθος αθλουμένων του Σαββατοκύριακου, που ξεκινούν την αθλητική δραστηριότητα από το σχολείο και δεν την εγκαταλείπουν ουσιαστικά ποτέ. Οι ατομικές τους αθλητικές επιδόσεις δεν είναι ιδιαίτερα υψηλές, οι ίδιοι εξασφαλίζουν την προσωπική τους ευχαρίστηση και μία καλή φυσική κατάσταση, συλλογικά όμως όλο το οικοδόμημα του αθλητισμού στηρίζεται πάνω τους. Στην αμέσως ψηλότερη βαθμίδα της πυραμίδας περνάνε λιγότεροι αλλά καλύτεροι ερασιτέχνες αθλητές, που μετέχουν κανονικά σε ερασιτεχνικούς συλλόγους, αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στον αθλητισμό και έχουν υψηλότερες επιδόσεις στα αθλήματά τους. Πιό πάνω ακόμα έχουμε αθλητές που κάνουν πρωταθλητισμό σε κάποιο επίπεδο, έστω τοπικό. Ακόμα πιό πάνω έχουμε τους ανθρώπους που έχοντας πετύχει ένα πολύ ψηλό επίπεδο επιδόσεων, ασχολούνται με τον αθλητισμό επαγγελματικά, δηλαδή με πλήρη απασχόληση, άσχετα αν δουλεύουν με συμβόλαιο σε κάποια ΠΑΕ ή αν αποτελούν μέλη εθνικών ομάδων “ερασιτεχνικών” αθλημάτων. Κάποιοι ελάχιστοι από τους τελευταίους μπορεί κάποτε να σηκώσουν τιμημένα κύπελλα ή να ακούσουν τον Εθνικό Υμνο από το βάθρο.
Η αθλητική πυραμίδα με πλατιά βάση αποτελεί το βασικό κοινό χαρακτηριστικό όλων των χωρών με ανεπτυγμένο αθλητισμό. Μπορεί ο αθλητισμός αυτός να οργανώνεται και να χρηματοδοτείται με πολλούς και διάφορους τρόπους, κρατικά, ερασιτεχνικά, εμπορικά ή με ποικίλα μικτά συστήματα, αλλά αν δεν είναι πλατιά η βάση της αθλητικής πυραμίδας, δεν φτάνει τα μεγάλα ύψη. Μοναδική εξαίρεση στον κανόνα αυτόν, η Ελλάδα. Κάτι με τις μεταγραφές, κάτι με το ντόπινγκ, κάτι με την πλούσια και στοχευμένη χρηματοδότηση, καταφέραμε η δική μας αθλητική πυραμίδα να ξεκινάει από στενή βάση και να ανεβαίνει σε δυσθεώρητα ύψη! Ενα τέτοιο οικοδόμημα όμως δεν είναι σταθερό σε βάθος χρόνου.
Με το τέλος των Ολυμπιακών αγώνων της Αθήνας ο Ελληνικός αθλητισμός πέρασε σε μία κρίσιμη καμπή, που μπορεί να γίνει και επικίνδυνη αν δεν την προσέξουμε. Εφτασε η στιγμή που θα πρέπει η πολιτεία να κάνει τώρα αυτό που απέφυγε όλη τη δεκαετία που μας πέρασε, να πλατύνει τη βάση της Ελληνικής αθλητικής πυραμίδας. Με αφετηρία το σχολείο και τους τοπικούς αθλητικούς συλλόγους θα πρέπει να δοθεί στους νέους η μεγαλύτερη δυνατή ευχέρεια άθλησης. Τα προγράμματα μαζικού αθλητισμού θα πρέπει να γίνουν γιά το Υπουργείο κεντρικός στόχος, αντί γιά αποπαίδι που ήσαν ως τώρα. Δίπλα στο μέτρο των Ολυμπιακών μεταλλίων, με το οποίο παραδοσιακά αυτοαξιολογούνται οι Υφυπουργοί Αθλητισμού, ας αρχίσει να μετράει το Υπουργείο και πόσους “αθλητές του Σαββατοκύριακου” θα καταφέρει να δημιουργήσει. Ηρθε η ώρα να σταθεροποιηθεί το οικοδόμημα του Ελληνικού αθλητισμού από τη βάση του, γιατί αλλιώς υπάρχει περίπτωση από τους μεθεπόμενους Ολυμπιακούς αγώνες να αρχίσουμε να μαζεύουμε συντρίμμια…