Γυναίκα και αθλητισμός – Συνεργασία στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης
Ομιλία της Ελένης Αυλωνίτου στην 1η ΑΤΥΠΗ ΣΥΝΟΔΟ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΧΩΡΩΝ ΝΟΤΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ στη Θεσσαλονίκη, στις 2 Δεκεμβρίου 2005, με θέμα:
Γυναίκα και αθλητισμός – Συνεργασία στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης
Το περιεχόμενο του θέματος «Γυναίκα και Αθλητισμός» μπορεί να οριστεί ως κάθε τι που δεν περιλαμβάνεται στο θέμα «Αντρας και Αθλητισμός». Οι κοινές δράσεις που αναφέρονται είναι εκείνες που θα πρέπει να αναληφθούν, ώστε κάποια στιγμή στο μέλλον τα δύο θέματα να συμπτυχθούν σε ένα, συγκεκριμένα «Ανθρωπος και Αθλητισμός»
Σήμερα όμως, η συμμετοχή των γυναικών στον αθλητισμό συχνά παρεμποδίζεται από κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες, με τρόπο που δεν συμβαίνει στους άντρες. Αυτή η παρεμπόδιση εμμένει, παρά τα προφανή ωφελήματα υγείας που θα έδινε στις γυναίκες η συμμετοχή στον αθλητισμό, γενικά και ειδικότερα στο θέμα της τεκνοποίησης.
Στην εποχή μας η συμμετοχή στον αθλητισμό θεωρείται γενικά επωφελής και επιθυμητή. Αναφέρω τις πέντε βασικές ευεργετικές λειτουργίες της συμμετοχής στον αθλητισμό γιά το ευρύ κοινό:
1. Λειτουργία υγείας. Η συμμετοχή στον αθλητισμό είναι ευεργετική γιά την υγεία του γενικού πληθυσμού. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως μέσω της βελτίωσης της γενικής φυσικής κατάστασης των συμμετεχόντων, ενώ έχει ως συγκεκριμένο αποτέλεσμα την σημαντική βελτίωση της λειτουργίας του καρδιοαγγειακού, αναπνευστικού, μυοσκελετικό συστήματος των συμμετεχόντων. Ετσι η συμμετοχή στον αθλητισμό ελαττώνει την εμφάνιση και την οξύτητα διαφόρων ασθενειών που εμφανίζονται σε προχωρημένη ηλικία.
2. Εκπαιδευτική λειτουργία. Η συμμετοχή στον αθλητισμό σε νεαρή ηλικία διαπαιδαγωγεί τους νέους γιά την κοινωνική ένταξη σε ένα περιβάλλον που ρυθμίζεται από κανόνες, ενώ βοηθάει τα παιδιά να αναπτύξουν τις ιδιότητες της επιμονής, υπομονής, αυτοπειθαρχίας και συνεργασιμότητας με τους άλλους, που είναι επωφελείς στη ζωή και πέρα από τον αθλητισμό.
3. Λειτουργία κοινωνικής συνοχής. Η συμμετοχή στον αθλητισμό επιτρέπει σε ανθρώπους διαφορετικής κοινωνικής, εθνοτικής και θρησκευτικής προέλευσης σε μία κοινωνία, είτε ιθαγενείς είτε μετανάστες, να βρούν κοινό έδαφος, στο οποίο μπορούν να σχηματίσουν δεσμούς αμοιβαίας αποδοχής.
4. Ψυχαγωγική λειτουργία. Η συμμετοχή στον αθλητισμό παρέχει υψηλής ποιότητας ψυχαγωγία, που μπορεί να είναι προσιτή σε όλους.
5. Λειτουργία οικονομικής ανάπτυξης. Η συμμετοχή στον αθλητισμό αποτελεί βάση γιά μία ποικιλία οικονομικών ευκαιριών.
Είναι προφανές ότι καμμία από τις παραπάνω λειτουργίες δεν προσιδιάζει σε ένα φύλο μόνο, αφού άντρες και γυναίκες, αγόρια και κορίτσια, μπορούν να αντλήσουν τα ίδια οφέλη από την συμμετοχή στον αθλητισμό.
Παρ’ όλα αυτά, σε όλες τις κοινωνίες, οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται στην συμμετοχή στον αθλητισμό.
Αυτό μπορεί να είναι αποτέλεσμα παραδοσιακών κοινωνικών στερεοτύπων, αφού στο παρελθόν η σωματική δραστηριότητα σχετιζόταν είτε με βιοποριστικούς λόγους, είτε με την προετοιμασία γιά πόλεμο, με το τελευταίο να είναι πάντα ανδρική δραστηριότητα.
Ετσι οι παραδοσιακές αξίες σε όλες σχεδόν τις κοινωνίες επιβραβεύουν την συμμετοχή του άνδρα στον αθλητισμό, αλλά θεωρούν την αντίστοιχη γυναικεία συμμετοχή ως περιττή ή και ανεπιθύμητη.
Εφόσον όμως οι σύγχρονες οικονομικές συνθήκες έχουν εξελιχθεί με τρόπο που ελάχιστη σχέση διατηρεί με τις συνθήκες των παραδοσιακών κοινωνιών, όπου είχαν διαμορφωθεί τα σχετικά στερεότυπα, σήμερα πιά η κοινωνική αδράνεια είναι ο κύριος παράγων που κρατάει τις γυναίκες σε κάποια απόσταση από την συμμετοχή στον αθλητισμό.
Πρέπει να σημειωθεί όμως ότι η κοινωνική αδράνεια είναι μία πολύ ισχυρή δύναμη, που δεν θα πρέπει να υποτιμάται, ιδίως όταν λαμβάνει τη μορφή γενικά αποδεκτών «αληθειών», όπως «τα κορίτσια δεν τα πάνε καλά στα μαθηματικά» ή «η συμμετοχή στον αθλητισμό δεν συμβιβάζεται με τη θηλυκότητα», αληθειών που τα ίδια τα κορίτσια ανατρέφονται να θεωρούν αυτονόητες.
Πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι η κοινωνική αδράνεια δεν εμπόδισε τους ανθρώπους από την πλήρη αξιοποίηση των ωφελημάτων της σύγχρονης τεχνολογίας, ώστε να ζουν καθιστικές ζωές, στις οποίες μπορούν εύκολα να αποφεύγουν ακόμα και εκείνον τον βαθμό σωματικής δραστηριότητας που απαιτεί η ανθρώπινη φυσιολογία γιά την διατήρηση της ανθρώπινης υγείας.
Ετσι, ενώ στις παραδοσιακές κοινωνίες κάποια σημαντική ημερήσια σωματική δραστηριότητα ήταν αναπόφευκτη, στις σύγχρονες κοινωνίες η σωματική δραστηριότητα είναι καθαρά θέμα προσωπικής επιλογής, μέσω του αθλητισμού και της άσκησης.
Η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στον αθλητισμό από μικρή ηλικία θα έδινε στην κοινωνία τα ακόλουθα ωφελήματα:
1. Ελάττωση στο μέλλον της εμφάνισης ασθενειών, όπως η οστεοπόρωση και η κατάθλιψη, που επηρεάζουν ιδιαίτερα τις γυναίκες. Πρέπει να σημειωθεί ιδιαίτερα η ελάττωση των δαπανών υγείας που θα προκύψει.
2. Ελάττωση στο άμεσο μέλλον της εμφάνισης περιπλοκών στην γέννα και ως εκ τούτου, βελτίωση της υγείας των νεογνών.
3. Ιση συμμετοχή των γυναικών στα υπόλοιπα, μη σχετιζόμενα με την υγεία, εκπαιδευτικά, κοινωνικά, ψυχαγωγικά και οικονομικά ωφελήματα του αθλητισμού.
4. Επικράτηση μακροπρόθεσμα μιάς κοινωνίας προσανατολισμένης προς την αυξημένη συμμετοχή στον αθλητισμό, με όλα τα ωφελήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω, αφού ως μητέρες, οι γυναίκες που μετέχουν οι ίδιες στον αθλητισμό, αναπόφευκτα θα επηρεάσουν τα παιδιά τους, ανεξαρτήτως φύλου, πρός την αθλητική συμμετοχή.
Η παροχή ίσης πρόσβασης στον αθλητισμό στις γυναίκες περιλαμβάνει τρεις διακριτούς χώρους δράσης:
1. Την παροχή των μέσων, σε εγκαταστάσεις και εξειδικευμένο προσωπικό. Εχει διαπιστωθεί ότι, όταν τα εκπαιδευτικά και αθλητικά μέσα είναι περιορισμένα, χρησιμοποιούντι προνομιακά από άρρενες. Με πρακτικούς όρους, η αφθονία μέσων εγγυάται την ίση πρόσβαση των γυναικών.
2. Την καλλιέργεια ενός κοινωνικού κλίματος που να θεωρεί τη συμμετοχή των γυναικών στον αθλητισμό αποδεκτή και επιθυμητή.
3. Την παροχή σε κορίτσια σχολικής ηλικίας κινήτρων γιά τη συμμετοχή στον αθλητισμό, και στη συνέχεια την παροχή σε γυναίκες μετασχολικής ηλικίας της δυνατότητας να συνεχίσουν αυτή τη συμμετοχή.
Είναι προφανές από την παραπάνω απαρίθμηση ότι υπάρχουν δύο κρίσιμα σημεία γιά την προώθηση της συμμετοχής των γυναικών στον αθλητισμό:
1. Η σχολική ηλικία, όπου η διαδικασία της συμμετοχής στον αθλητισμό μπορεί να ξεκινήσει,
2. Τα κρίσιμα λίγα χρόνια αμέσως μετά την αποφοίτηση, όπου όλα όσα έχουν επιτευχθεί ως εκείνο το σημείο μπορεί εύκολα να χαθούν.
Αυτή η κατηγοριοποίηση υποδεικνύει και την τοποθέτηση των κατάλληλων δράσεων:
- Οι δράσεις στο σχολείο είναι υψίστης σημασίας, αλλά είναι ευκολότερη η εκπλήρωση των στόχων τους, αφού το σχολείο παρέχει ένα ελεγχόμενο περιβάλλον στο οποίο οι εκπαιδευτικές πολιτικές μπορούν να εφαρμοστούν ευθέως.
- Οι μετασχολικές δράσεις περιλαμβάνουν την παροχή ευκαιριών, με δαπάνες που ποικίλλουν αναλόγως των περιστάσεων, και την παροχή κινήτρων, πράγμα που δεν είναι εύκολα εκπληρούμενος στόχος.
Στην σύγχρονη κοινωνία τα κίνητρα παρέχονται ευκολότερα από την μόδα και το στυλ, παρά από τις κυβερνητικές οδηγίες. Συνεπώς οι κυβερνήσεις θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τις επικρατούσες τάσεις του λάϊφστάϊλ, προκειμένου να προωθήσουν τα επιθυμητά αποτελέσματα της πολιτικής τους.
Προκειμένου να προωθήσουν αποτελεσματικά τη συμμετοχή των γυναικών στον αθλητισμό, οι κυβερνήσεις θα πρέπει:
1. Να δώσουν έμφαση στη συμμετοχή των κοριτσιών στον σχολικό αθλητισμό.
2. Να ενσταλάξουν στους μαθητές την ευθεία σύνδεση αιτίου και αποτελέσματος μεταξύ της συμμετοχής στον αθλητισμό και του μοδάτου σωματικού στυλ,
3. Να επιδιώξουν να παράσχουν πρόσβαση σε αθλητικές εγκαταστάσεις και ευκαιρίες συμμετοχής στον αθλητισμό σε νεαρούς ενήλικες, ώστε η συμμετοχή στον αθλητισμό να μην τελειώνει με τη λήξη της εκπαίδευσης,
4. Να καλλιεργήσουν μία κουλτούρα που να συνδέει το «υπέρβαρο» με το «οπισθοδρομικό» και το «αθλητικό» με το «μοντέρνο».
5. Να προωθήσουν την αυξημένη συμμετοχή γυναικών στις θέσεις διοίκησης του αθλητισμού σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, αφού γυναίκες που συμμετέχουν οι ίδιες στον αθλητισμό κατανοούν καλύτερα τις δυσκολίες που έχει να ξεπεράσει μία γυναίκα στον αθλητισμό.
Δεδομένου ότι καμμία κυβέρνηση δεν έχει απεριόριστα οικονομικά μέσα γιά αθλητικές εγκαταστάσεις, οι μαθητές του σχολείου και ο γενικός πληθυσμός θα πρέπει να κατευθύνονται σε ένα σχετικά μικρό αριθμό αερόβιων αθλημάτων, πέντε ή έξι, που να είναι σχετικά δημοφιλή σε κάθε χώρα. Διοργανώσεις όπως τρίαθλα και δίαθλα (διαδοχικοί αγώνες δρόμου – κολύμβησης – ποδηλασίας) μπορούν να προσαρμοστούν στις τοπικές συνθήκες με μικρό κόστος.
Κοινές δράσεις μεταξύ των χωρών θα πρέπει να περιλαμβάνουν:
1. Παράλληλη διενέργεια ερευνών στις διάφορες χώρες γιά τους αποτρεπτικούς παράγοντες συμμετοχής στον αθλητισμό, όπως αυτοί γίνονται αντιληπτοί από τις ίδιες τις νεαρές γυναίκες και όπως γίνονται αντιληπτοί από το τοπικό κοινωνικό περιβάλλον τους.
2. Αξιολόγηση των μεμονωμένω προγραμμάτων γυναικείου αθλητισμού ανά χώρα, βάσει:
- Του ποσοστού τω γυναικών με ενεργή συμμετοχή στον αθλητισμό, κατά ηλικιακή ομάδα.
- Της σύγκρισης με το αντίστοιχο ποσοστό γιά τους άντρες.
- Του μέσου Δείκτη Μάζας Σώματος των γυναικών κατά ηλικιακή ομάδα.
3. Θερινά προγράμματα ανταλλαγής μαθητών, που να φέρνουν σε συνάντηση ολόκληρες σχολικές τάξεις από διαφορετικές χώρες, σε ένα αθλητικό περιβάλλον και σε ανταγωνισμό στη βάση της συνολικής αθλητικής επίδοσης της τάξης και της ελαχιστοποίησης της απόκλισης αθλητικής συμμετοχής αρρένων / θηλέων της τάξης (Το πρόγραμμα θα πρέπει να περιλαμβάνει τυχαία επιλεγμένες τάξεις, χωρίς τη συμμετοχή αθλητικών σχολείων!).
4. Σύνδεση πόλεων αντιστοίχου πληθυσμού από διάφορες χώρες, σε ένα μακροπρόθεσμο συναγωνισμό γιά την επίτευξη του ψηλότερου ποσοστού γυναικείας συμμετοχής στον αθλητισμό στις σχολικές και τις αμέσως μετασχολικές ηλικίες.
5. Ετήσιο βραβείο γιά τη Βαλκανική πόλη που πέτυχε στον αμέσως προηγούμενο χρόνο το μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής γυαναικών στον αθλητισμό, επί του πληθυσμού της.
Αυτές οι κοινές δράσεις θα αυξήσουν τη συνειδητοποίηση της σημασίας της συμμετοχής των γυναικών στον αθλητισμό, ενώ ταυτόχρονα θα δώσουν πολύτιμα στοιχεία γιά την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των συγκεκριμένων πρωτοβουλιών γιά το θέμα.
Το ζήτημα της ισότιμης συμμετοχής των γυναικών στον αθλητισμό είναι ουσιαστικά ζήτημα ισότητας των δύο φύλων. Γιά χώρες που είναι ή που επιδιώκουν να γίνουν στο άμεσο μέλλον μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι ένα ζήτημα που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά.